Ὁ Γεώργιος Δροσίνης γεννήθηκε στὴν Ἀθήνα στὶς 9/21 Δεκεμβρίου 1859. τὸ σπίτι του στὴν Πλάκα, γωνία τῶν ὁδῶν Ἀδριανοῦ καὶ Θέσπιδος, σώζεται ἴσαμε σήμερα. Πέθανε στὴν Ἀθήνα στὶς 3 Ἰανουαρίου 1951. Ὁ πατέρας του, Χρῆστος Δροσίνης, καταγόταν ἀπὸ τὸ Μεσολόγγι καὶ ὁ παππούς του, γνωστὸς ὡς Καραγιῶργος, ἐπικεφαλὴς δικοῦ του σώματος, ἔλαβε μέρος στὴν ἔξοδο τοῦ Μεσολογγίου, ὅπου καὶ φονεύθηκε. Ἡ μητέρα του Ἀμαλία, ἦταν γόνος τῆς οἰκογένειας Πετροκόκκινου, γνωστῆς ἐμπορικῆς οἰκογένειας ἀπὸ τὴν Χίο.
Στὴν Ἀθήνα ἐγκαταστάθηκε ὁριστικὰ τὸ 1888, ὁπότε ἀνέπτυξε πολύπλευρη δραστηριότητα. Τὸν διέκρινε πάθος παιδείας, ἀγάπη πρὸς τὸν πολιτισμὸ καὶ τὴν πρόοδο τοῦ Νέου Ἑλληνισμοῦ, ἕνα πάθος ποὺ τὸ ὑπηρέτησε ὡς ἰσόβιος Γραμματεὺς τοῦ ΣΩΒ καὶ ὡς Γενικὸς Ἐπιθεωρητὴς τῆς Δημοτικῆς Ἐκπαιδεύσεως στὸ Ὑπουργεῖο Παιδείας, ὅπου ὑπηρέτησε ἀπὸ τὸ 1908 ἕως τὸ 1926, μὲ μιὰ διακοπὴ δύο ἐτῶν, 1920-1922, καὶ βέβαια ὡς ἐκδότης περιοδικῶν, ἡμερολογίων καὶ ἐφημερίδων.
Στὸ πλαίσιο τοῦ ΣΩΒ δραστηριοποιήθηκε στὴν ὀργάνωση καὶ διεξαγωγὴ τοῦ «Πρώτου ἐν Ἑλλάδι Ἐκπαιδευτικοῦ Συνεδρίου» τὸ 1904 στὴν Ἀθήνα, ὅπου ἔλαβαν μέρος 1000 περίπου ἐκπαιδευτικοί ἀπὸ τὸν κυρίως Ἑλλαδικὸ χῶρο καὶ ἀπὸ τὸν μείζονα Ἑλληνισμό: ἀπὸ τὴν Μακεδονία, τὴν Θράκη, τὴν Ὀδησσό, τὴν Κωνσταντινούπολη, τὴν Σμύρνη, τὴν Αἴγυπτο καὶ τὴν Κύπρο. Εἶναι ἐπίσης ὁ εἰσηγητὴς τῆς ἵδρυσης Τεχνικῆς Σχολῆς καὶ ἀπὸ κοινοῦ μὲ τὸν Δημήτριο Βικέλα συνέβαλαν στὴν ὑλοποίηση τῆς πρότασής του μὲ τὴν ἵδρυση τῆς Σεβαστοπουλείου Ἐργατικῆς Σχολῆς (1908) μὲ δωρεὰ ποὺ ἐξασφάλισαν ἀπὸ τὸν Κ. Σεβαστόπουλο. Ἀποφασιστικῆς σημασίας θεωρεῖται καὶ ἡ συμμετοχή του στὴν ἵδρυση τοῦ Οἴκου Τυφλῶν στὴν Καλλιθέα (1906).
Ἀπὸ τὴν θέση του στὸ Ὑπουργεῖο Παιδείας συνέβαλε στὴν ὑλοποίηση τῆς ἰδέας τοῦ καθηγητῆ τῆς Γλωσσολογίας Γ. Χατζιδάκι γιὰ τὴν συγκρότηση καὶ ἔκδοση τοῦ Ἱστορικοῦ Λεξικοῦ τῆς Ἑλληνικῆς Γλώσσης, τὸ ὁποῖο ἀπὸ τὸ 1926 πέρασε στὴν ἁρμοδιότητα τῆς Ἀκαδημίας Ἀθηνῶν. Ἵδρυσε ἐπίσης τὸ Γραφεῖο Σχολικῆς Ὑγιεινῆς (1908). Τὸ 1914 μετακινήθηκε στὸ Γραφεῖο Γραμμάτων καὶ Καλῶν Τεχνῶν, ἀπ’ ὅπου συνέβαλε στὴν ἀναδιοργάνωση τῆς Ἐθνικῆς Πινακοθήκης, τῆς Ἐθνικῆς Βιβλιοθήκης, τῶν Γενικῶν Ἀρχείων τοῦ Κράτους, στὴν ἵδρυση νέων τοπικῶν Ἀρχείων, στὴν σύσταση Λαογραφικοῦ Ἀρχείου, στὴν ἀναδιάταξη τοῦ Ἐθνικοῦ Μουσείου τῶν Κοσμητικῶν Τεχνῶν καὶ στὴν θέσπιση τοῦ Ἀριστείου τῶν Γραμμάτων καὶ Καλῶν Τεχνῶν.
Ἔντονη ἦταν η δραστηριότητα τοῦ Δροσίνη καὶ στὸν ἐκδοτικὸ τομέα. Ὑπῆρξε διευθυντὴς τοῦ σημαντικοῦ γιὰ τὰ νεοελληνικὰ γράμματα περιοδικοῦ Ἑστία, ἀπὸ τὸ 1888 ἕως τὸ 1894 (τὴν διετία 1888-1890 τὸ διηύθυνε ἀπὸ κοινοῦ μὲ τὸν Ν. Γ. Πολίτη) καὶ τὸ ὁποῖο ἀπὸ τὸ 1895 περιῆλθε στὴν διεύθυνση τοῦ Γρ. Ξενόπουλου, ὁπότε καὶ σταμάτησε ἡ κυκλοφορία του. Τὸ 1890 ἐξέδωσε ἀπὸ κοινοῦ μὲ τὸν Δημ. Κακλαμάνο καὶ τὸν Θέμο Ἄννινο τὴν ἐφ. Τὸ Ἄστυ, ἀπ’ ὅπου, μέσα σὲ μικρὸ χρονικὸ διάστημα, ἀναχώρησε καὶ τὸ 1894 ἵδρυσε τὴν ἐφ. Ἑστία (κυκλοφόρησε στὶς 6 Μαρτίου 1894), ἡ ὁποία ἀπὸ τὶς ἀρχὲς τοῦ 1898 περιῆλθε στὰ χέρια τοῦ Ἀδώνιδος Κύρου καὶ λειτουργεῖ ἕως σήμερα. Τὸ ἔτος αὐτὸ ὁ Δροσίνης ἐξέδωσε ἕνα νέο περιοδικό, τὴν Ἐθνικὴ Ἀγωγή, προβάλλοντας τὴν ἀνάγκη ἵδρυσης νέων σχολείων, τὸν διορισμὸ δασκάλων, τὴν ἀνανέωση τῶν σχολικῶν προγραμμάτων καὶ τὸν ἐμπλουτισμὸ τῶν σχολείων μὲ ἐποπτικὰ μέσα. Ὁ Δροσίνης ἐξέδωσε ἐπίσης τὸ ἡμερολόγιο Νέα Ἑλλὰς (1894, 1896 ἀπὸ κοινοῦ μὲ τὸν Γ. Κασδόνη) καὶ τὸ μακρόβιο καὶ πολὺ ἀξιόλογο γιὰ τὰ περιεχόμενά του Ἡμερολόγιον τῆς Μεγάλης Ἑλλάδος (1922-1936), ὅπου καὶ συνεργασίες σημαντικῶν λογίων τῆς ἐποχῆς τοῦ Μεσοπολέμου. Συμμετεῖχε ἐπίσης στὴν ἔκδοση τοῦ περιοδικοῦ Εἰκονογραφημένη τῆς Ἑλλάδος (1925). Ἐπιμελήθηκε τὴν ἔκδοση τῶν Λόγων τοῦ Ἐπ. Δεληγιώργη τῆς περιόδου 1863-1877 (1880), τῶν Ἀπομνημονευμάτων τοῦ Συγγροῦ (3 τόμοι, 1908), τῶν ἐπιστολῶν τοῦ Γ. Νάζου. Τὸ 1884 εἰσήχθη στὴ Μέση Ἐκπαίδευση τὸ τρίτομο ἔργο του Νεοελληνικὰ Ἀναγνώσματα γιὰ τὴν διδασκαλία τῆς Νεοελληνικῆς Λογοτεχνίας. Τὸ 1926 διορίσθηκε μέλος τῆς Ἀκαδημίας Ἀθηνῶν μαζὶ μὲ τὸν Κωστῆ Παλαμᾶ καὶ ἄλλους.
Ὁ Δροσίνης στὸν χῶρο τῆς λογοτεχνικῆς δημιουργίας εἶναι ἕνας ἀπὸ τοὺς σημαντικοὺς ἐκπροσώπους τῆς λεγομένης γενιᾶς τοῦ 1880. Καλλιέργησε τὸν ποιητικὸ καὶ τὸν ἀφηγηματικὸ λόγο. Ἔγραψε ἀπομνημονεύματα καὶ ἄρθρα σὲ περιοδικὰ καὶ ἐφημερίδες γιὰ τὴν ἐκπαίδευση καὶ τὸν πολιτισμὸ (Ἀκρόπολις, Ἀθήνησι καὶ Ἑστία). Τὸ ἔργο του ἐκδόθηκε ἀπὸ τὸν ΣΩΒ, σὲ 12 τόμους μὲ τὴν Φιλολογικὴ ἐπιμέλεια τοῦ Γιάννη Παπακώστα. Στοὺς τρεῖς πρώτους τόμους ἐμπεριέχεται ἡ ποίηση (Ἱστοί Ἀράχνης, Γαλήνη, Φωτερὰ Σκοτάδια, Κλειστὰ Βλέφαρα, Φευγάτα Χελιδόνια κ.ἄ.), στοὺς ἑπόμενους τρεῖς ὁ ἀφηγηματικὸς λόγος (Ἀγροτικαὶ Ἐπιστολαί, Ἀμαρυλλίς, Τὸ βοτάνι τῆς ἀγάπης, Ἔρση). Ἀκολουθεῖ τὸ ἀπομνημονευματικό του ἔργο (τόμ. 7ος καὶ 8ος) – ἕνα εἶδος ἀναμνήσεων καὶ ἀναπαράστασης τῆς κοινωνικῆς καὶ πνευματικῆς ζωῆς ἀπὸ τὰ νεανικά του χρόνια ἕως τὴν δεκαετία τοῦ 1940, ἡ ὁποία ἀποτυπώνεται καὶ στὰ χειρόγραφα ἡμερολόγιά του, ποὺ δημοσιεύονται στὸν ἔνατο τόμο. Τοὺς ὑπόλοιπους τρεῖς τόμους συναπαρτίζουν ἐκλαϊκευτικὰ ἀναγνώσματα μὲ τοὺς τίτλους Οἱ Τυφλοί, Τὸ Ψάρεμα, Αἱ μέλισσαι, Αἱ ὄρνιθες κ.ἄ., καθὼς καὶ διάφορα ἄρθρα καὶ συνεντεύξεις στὸν Τύπο.